~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~
" στην εποχή μας μόνο τα πουλιά, τα παιδιά και οι Άγιοι έχουν ενδιαφέρον "
Τσέσλαφ Μίλος - Czeslaw Milosz
Nobel λογοτεχνίας (1980)
~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~
«...στη φωτιά τα χαρτιά και τα βιβλία (κατά προτίμησιν της Ιστορίας) και η τιμή της πατρίδας στα σκουπίδια». Γιάννης Ρίτσος. (Το σχόλιο στην παρένθεση είναι του Στάθη Σταυρόπουλου από την Ελευθεροτυπία)
~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~
Το ακόλουθο κείμενο είναι του Θεόδωρου Παντούλα, εκδότη του περιοδικού "manifesto", με αφορμή την έκδοση του βιβλίου του "Finis Graeciae, από την μεταπολίτευση στην χρεωκοπία"
~~~~~~~~ ~~~~~~~~~
Finis Graeciae ήταν ο τίτλος ενός κειμένου που δημοσίευσε ο Χρήστος Γιανναράς το 1986, πριν από 25 χρόνια, όταν στη χώρα μας μεσουρανούσε η made in Greece εκδοχή του σοσιαλισμού και στις πίστες ο Λευτέρης Πανταζής.
Υπάρχει μια πάγια αναγνωστική συμπεριφορά που θεωρεί θεμιτή στους συγγραφείς τις υπερβολές. Έτσι, νομίζω, ότι προσπεράστηκε ο σπαραγμός εκείνης της διατύπωσης, όχι ως κυριολεξία.
Γι'αυτό και συνεχίσαμε τις ζωές μας εμπιστευόμενοι τις διατυπώσεις άλλων, λιγότερο αρμόδιων αλλά και λιγότερο στενάχωρων.
Και πορευτήκαμε και εμπορευτήκαμε δια της χρόνιας μεταφυσικής αυταπάτης ότι " η Ελλάδα ποτέ δεν πεθαίνει". Αθάνατη μεγαλουργεί στα χρηματιστήρια, διακρίνεται στις "Ολυμπιάδες" κι επαιτεί στις Αγορές. Κι όλα αυτά στο όνομα του "πατριωτισμού"! Ενός τζαμπατζίδικου πατριωτισμού που-ακόμη και τώρα-γίνεται κομπασμός και ρητορεία.
Σήμερα, που όχι απλώς ψηλαφούμε την αλήθεια εκείνης της διατύπωσης αλλά βυθιζόμαστε στην ανομολόγητη επαλήθευσή της, επιλέγουμε και πάλι την προσπέρασή της.Finis Graeciae. Όχι γιατί μας τελείωσαν τα δίφραγκα αλλά επειδή αρνηθήκαμε τον εαυτό μας. Γίναμε ουραγοί της νεωτερικότητας, παριστάνοντας τον εταίρο μια συμμορίας. Επειδή το μόνο που έχουμε να υπερασπίσουμε είναι η επάνοδός μας στις Αγορές. Τίποτε άλλο.
~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~
".....Τα καλοκαίρια κατεβαίνει στην κοιλάδα ένας επισκέπτης που οι Γίχατς δεν τον ξέρουν. Είναι ένας σωματώδης λύκος με γυαλιστερό τρίχωμα, που μοιάζει κι ωστόσο διαφέρει σε πολλά από τους άλλους λύκους. Βγαίνει μόνος από το ηλιόλουστο δάσος και προχωρεί σ' ένα ξέφωτο. Εκεί κυλάει ένα κίτρινο ρυάκι μέσ' από κάτι σαπισμένους σάκους από ελαφόδερμα, το χώμα το ρουφάει και πάνω του φυτρώνουν βρύα και χόρτα που το κρύβουν απ' τον ήλιο. Κάθεται εκεί για λίγο, ονειροπολεί, και πριν φύγει, βγάζει ένα μακρόσυρτο, πένθιμο ουρλιαχτό.
Μα δεν εί